Η πόλη υπήρξε ισχυρότατη, λόγω του σημαντικού λιμανιού της, πάνω στον εμπορικό δρόμο που συνέδεε την Ελλάδα και ολόκληρη την Μεσόγειο με τον Εύξεινο Πόντο. Ο Ε. Πόντος ήταν εξαιρετικά σημαντικός για εισαγωγή πολλών προϊόντων. Εκτός από τα ψάρια, που πάστωναν και πουλούσαν, π.χ. τον τόνο στην Κύζικο, άλλα σημαντικά προϊόντα ήταν ο χρυσός και τα πολύτιμα μέταλλα. Από τις περιοχές της Καυκάσου έρχονταν τα επεξεργασμένα δέματα ζώων και οι γούνες. Όλα αυτά έφταναν προς την Ελλάδα μαζί με την ξυλεία. Το σημαντικότερο όμως όλων ήταν τα σιτηρά από τις σημερινές πεδιάδες της Ουκρανίας, που τότε καταλάμβαναν κυρίως οι Σκύθες αλλά ελέγχονταν από τις πόλεις τις ελληνικές.
Μια άλλη σημαντική πορεία, πάνω στην οποία στεκόταν η Λάμψακος είναι η διαδρομή βάθη Μικράς Ασίας-Θράκη-Μακεδονία-Ελλάδα. Και αυτή κατέστη σημαντική, προπαντός στην εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Γνωρίζουμε ότι μέσω της Κυζίκου και της Λαμψάκου πέρασε ένας τεράστιος πλούτος, ένα πολύ μεγάλο μέρος από τον πλούτο που κατέλαβε τα παλάτια της Περσίας.
Το ότι η θέση της Λαμψάκου ήταν σημαντική φαίνεται και από έναν άλλο λόγο. Περίπου προς τα τέλη του 5ου αι. όταν η Λάμψακος είχε μπει στην συμμαχία των Αθηναίων, είναι αξιοσημείωτα τα ποσά που πληρώνει ως φόρο. Πληρώνει τον δεύτερο μεγαλύτερο φόρο μετά την πόλη του Βυζαντίου. 12 τάλαντα αργύρου, δηλαδή σε σημερινές αξίες 300 κ. ασήμι τον χρόνο. .[1]
[1] Στοιχεία από συνέντευξη του Δρ. Αθανασίου Σιδέρη, προϊστάμενος τμήματος Ιστορίας & Αρχαιολογίας του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού