Αφού επιβιβάστηκαν στο πλοίο του Εμπειρίκου οι Λαμψακηνοί ταξίδεψαν 24 ώρες, μέχρι το πλοίο να φτάσει στον προορισμό του, το λιμάνι του Πειραιά. Εκεί οι αρμόδιοι αρνήθηκαν να κατεβάσουν τους Λαμψακηνούς, γιατί είχαν μαζί τους πρόβατα και θεώρησαν ότι αυτοί «δεν είναι για την πόλη, πρέπει να τους πάνε σε χωριό». Έτσι το πλοίο ξεκίνησε να τους αποβιβάσει στην Εύβοια και συγκεκριμένα στο χωριό Ξηροχώρι (νυν Ιστιαία). Οι πρόσφυγες διαμαρτυρήθηκαν όταν άκουσαν την ονομασία γιατί θεώρησαν ότι το χωριό αυτό θα είναι άγονο και ξερό. Ευτυχώς όμως το πλοίο δεν πέρασε την γέφυρα της Χαλκίδας και οι Λαμψακιώτες αποβιβάστηκαν στο λιμάνι της Χαλκίδας. Ήταν οι πρώτοι πρόσφυγες που έφταναν στην Χαλκίδα και αντιμετωπίστηκαν εξαιρετικά άσχημα από τους ντόπιους. Τις πρώτες μέρες οι Χαλκιδέοι ήταν κλεισμένοι μέσα στα σπίτια τους, με κλειδαμπαρωμένα τα πορτοπαράθυρα, γιατί θεωρούσαν ότι οι τουρκόσποροι ήρθαν να τους κάνουν κακό. [1]Εντέλει η Μητρόπολη παρενέβη και οι πρόσφυγες τακτοποιήθηκαν προσωρινά σε εκκλησίες, παράγκες και αποθήκες. Κάποιοι φιλοξενήθηκαν και σε σπίτια πλούσιων Χαλκιδέων, οι οποίοι τους φέρθηκαν πολύ φιλόξενα. Οι πρόσφυγες έμειναν στις παράγκες μέχρι το 1926, μέχρι που χτίστηκε ο οικισμός της Νέας Λαμψάκου και εγκαταστάθηκαν στην νέα τους πατρίδα.